Οστεοπόρωση: Επισκόπηση και διαχείριση

Το σώμα σας αντικαθιστά τακτικά τα συστατικά που απαρτίζουν τα οστά σας.

Όταν αυτά τα συστατικά χάνονται με πολύ γρήγορο ρυθμό ή δεν αναπληρώνονται αρκετά γρήγορα (ή και τα δύο), τότε εμφανίζεται η οστεοπόρωση.

Η οστεοπόρωση επηρεάζει περισσότερους από 10 εκατομμύρια Αμερικανούς.

Σύμφωνα με διεθνή στοιχεία, 1 στις 3 γυναίκες και 1 στους 5 άνδρες, ηλικίας άνω των 50 ετών έχουν τάση να αποκτήσουν οστεοπόρωση.

Η νοσηρότητα και η έμμεση θνητότητα είναι πολύ μεγάλη. Υπολογίζεται ότι 200 εκατομμύρια άτομα πάσχουν από οστεοπόρωση.

Στην Ελλάδα, το 30% των μετεμμηνοπαυσιακών  γυναικών πάσχει κλινικά από τη νόσο και οι άνω των 60 ετών σε ποσοστό 19% των γυναικών και το 11% των ανδρών παρουσιάζουν οστεοπόρωση.

Το 25% των γυναικών ηλικίας άνω των 70 ετών εμφανίζει κατάγματα οφειλόμενα κατά κύριο λόγο στην οστεοπόρωση.

Παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για την εμφάνιση της νόσου, μπορούν να την αναπτύξουν και οι άνδρες.

Μελέτες δείχνουν ότι μεταξύ των ατόμων ηλικίας 50 ετών και άνω:

  • Έως και 1 στις 2 γυναίκες θα σπάσει ένα οστό λόγω οστεοπόρωσης – ποσοστό ίσο με τον κίνδυνο του καρκίνου του μαστού, των ωοθηκών και της μήτρας μαζί.
  • Μέχρι και 1 στους 4 άνδρες θα σπάσει ένα οστό λόγω οστεοπόρωσης – κίνδυνος μεγαλύτερος από τον καρκίνο του προστάτη.

Ευτυχώς, η οστεοπόρωση μπορεί να προληφθεί.

Όταν παρουσιαστεί, ο γιατρός σας μπορεί να τη διαγνώσει και να τη θεραπεύσει προτού προκαλέσει κάταγμα οστού.

Ακόμη και μετά από ένα κάταγμα, περαιτέρω προβλήματα μπορούν να αποφευχθούν με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων.

Οστεοπόρωση
Οστεοπόρωση

Τι ακριβώς είναι η οστεοπόρωση;

Η οστεοπόρωση διακρίνεται σε πρωτοπαθή και εμφανίζεται είτε σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες (τύπου Ι) ή σε άτομα ηλικίας >75 ετών (τύπου ΙΙ), και σε δευτεροπαθή, η οποία είναι συνοδό νόσημα κάποιας άλλης πάθησης ή φαρμακευτικής αγωγής.

Στην πρωτοπαθή οστεοπόρωση ανήκουν:

(α) Η μετεμμηνοπαυσιακή οστεοπόρωση (τύπου Ι). Η εν λόγω μορφή της οστεοπόρωσης είναι η σημαντικότερη.

Όλες σχεδόν οι γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση εμφανίζουν προοδευτική απώλεια της οστικής μάζας που ετησίως κυμαίνεται σε ποσοστό 1-2% και διαρκεί για 5-10 χρόνια ή και περισσότερο.

Ένα σημαντικό ποσοστό, περίπου το 25-30% αυτών των γυναικών, εμφανίζει τα πρώτα 2-3 ή 10 έτη ταχύ ρυθμό οστικής απώλειας που ανέρχεται στο 3-6% ετησίως.

(β) Η γεροντική οστεοπόρωση (τύπου ΙΙ). Εμφανίζεται αποκλειστικά σε άτομα, ηλικίας >70 ετών και προσβάλλει τα φλοιώδη οστά, όπως το άνω άκρο του μηριαίου οστού, τα κατάγματα του οποίου αποτελούν βασική αιτία νοσηρότητας και αυξημένης θνητότητας της τρίτης ηλικίας.

Οφείλεται πιθανότατα σε ανεπάρκεια της βιταμίνης D και του ασβεστίου, καθώς και σε υπερίσχυση των καταβολικών διεργασιών έναντι των αναβολικών του οστού.

Προσβάλλει και τα δύο φύλα, αλλά σε υπερδιπλάσια συχνότητα τις γυναίκες απ’ ό,τι τους άνδρες.

Οι γυναίκες με οστεοπόρωση τύπου ΙΙ μπορεί να πάσχουν ταυτόχρονα και από τους δύο τύπους οστεοπόρωσης.

Ποια είναι τα συμπτώματα της οστεοπόρωσης;

Η οστεοπόρωση αποκαλείται συχνά σιωπηλή νόσος, επειδή μπορεί να μην προκαλεί συμπτώματα.

Ορισμένοι ασθενείς εμφανίζουν:

  • Κατάγματα οστών (κυρίως στους γοφούς, τη σπονδυλική στήλη ή τους καρπούς), ακόμη και από μικρές πτώσεις ή χτυπήματα.
  • Κατάρρευση σπονδύλων – που οδηγεί σε έντονο πόνο, μείωση του ύψους ή παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης

Τέτοια συμπτώματα μπορεί επίσης να προέρχονται και από άλλες οστικές διαταραχές ή άλλα ιατρικά προβλήματα.

Συμβουλευτείτε πάντα το γιατρό σας για διάγνωση.

Ποιοι είναι οι παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση;

Αρκετοί παράγοντες φαίνεται να αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου:

  • Ηλικία. Ο κίνδυνος αυξάνεται μετά τα 50
  • Φύλο. Οι γυναίκες έχουν 4 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν οστεοπόρωση.
  • Φυλή. Η ασθένεια μπορεί να επηρεάσει οποιονδήποτε, αλλά οι λευκές και οι γυναίκες από την Ασία διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο.
  • Εμμηνόπαυση. Η ανεπάρκεια οιστρογόνων προκαλεί οστική απώλεια
  • Οικογενειακό ιστορικό οστεοπόρωσης ή καταγμάτων
  • Χαμηλό σωματικό βάρος ή το να είναι κανείς μικρόσωμος και αδύνατος
  • Μη λήψη αρκετού ασβεστίου ή βιταμίνης D
  • Μη κατανάλωση αρκετών φρούτων και λαχανικών για άλλα θρεπτικά συστατικά (μαγνήσιο, κάλιο, βιταμίνες C και Κ)
  • Μη λήψη αρκετών πρωτεϊνών
  • Κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας αλκοόλ, νατρίου ή καφεΐνης
  • Μη δραστήρια ζωή με απουσία σωματικής άσκησης
  • Κάπνισμα

Ορισμένα φάρμακα (π.χ. πρεδνιζόνη) και ασθένειες μπορούν επίσης να προκαλέσουν οστική απώλεια και να αυξήσουν τον κίνδυνο οστεοπόρωσης.

Πώς προλαμβάνεται η οστεοπόρωση;

Για να προστατεύσουν τον σκελετό τους, οι άνδρες και οι γυναίκες όλων των ηλικιών πρέπει να διασφαλίζουν ότι:

  • Καταναλώνουν επαρκείς ποσότητες ασβεστίου και βιταμίνης D
  • Ακολουθούν τις εθνικές διατροφικές οδηγίες για την κατανάλωση πρωτεϊνών, φρούτων και λαχανικών.
  • Αυξάνουν τη δραστηριότητα με βάρη
  • Περιορίζουν την κατανάλωση οινοπνεύματος
  • Διακόπτουν το κάπνισμα εφόσον καπνίζουν

Εάν είστε γυναίκα που έχει περάσει την εμμηνόπαυση ή άνδρας ηλικίας άνω των 50 ετών, ο γιατρός σας θα πρέπει:

  • Να σας μιλήσει για τον κίνδυνο οστεοπόρωσης και των συναφών καταγμάτων.
  • Να σας συστήσει μια διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά που να περιλαμβάνει επαρκή βιταμίνη D και ασβέστιο, με τη χορήγηση συμπληρωμάτων ανάλογα με τις ανάγκες.
  • Να σας συστήσει τακτικές ασκήσεις με βάρη και ασκήσεις μυϊκής ενδυνάμωσης.
  • Να αξιολογήσει τον κίνδυνο πτώσης και να προσφέρει τις κατάλληλες προφυλάξεις
  • Να σας ρωτήσει αν καπνίζετε και πόσο αλκοόλ πίνετε
  • Να προβαίνει σε μέτρηση του ύψους σας κάθε χρόνο

Διάγνωση οστεοπόρωσης

Η εξέταση οστικής πυκνότητας (που ονομάζεται επίσης οστική πυκνομετρία) πραγματοποιείται με ειδικό μηχάνημα ακτίνων Χ και είναι ο μόνος τρόπος για να διαπιστώσουν οι γιατροί αν έχετε οστεοπόρωση.

Τέτοιες εξετάσεις συνιστώνται για:

  • Όλες τις γυναίκες ηλικίας 65 ετών και άνω
  • Όλους τους άνδρες 70 ετών και άνω
  • Ορισμένες μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου
  • Ορισμένους άνδρες ηλικίας 50-69 ετών, ανάλογα με τους παράγοντες κινδύνου
  • Ορισμένους ασθενείς που έχουν υποστεί κάταγμα οστού, ανάλογα με το ιστορικό τους
  • Άτομα που λαμβάνουν φάρμακα ή έχουν ιατρικές παθήσεις που μπορεί να επηρεάζουν την οστική πυκνότητα

Οι εξετάσεις οστικής πυκνότητας μπορούν επίσης να εντοπίσουν ασθενείς με οστεοπενία – μειωμένη οστική μάζα που δεν έχει φτάσει ακόμη στο επίπεδο της οστεοπόρωσης.

Ρωτήστε το γιατρό σας εάν πρέπει να υποβληθείτε σε αυτές τις εξετάσεις.

Άλλα διαθέσιμα εργαλεία και εξετάσεις είναι τα ακόλουθα:

  • Η βαθμολογία ή δείκτης FRAX (Fracture Risk Assessment Tool) συνδυάζει την εξέταση οστικής πυκνότητας με άλλους παράγοντες για να εκτιμήσει τον κίνδυνο κατάγματος εντός των επόμενων 10 ετών.
  • Το ατομικό και οικογενειακό ιατρικό ιστορικό
  • Η φυσική εξέταση
  • Πρόσθετες σαρώσεις με άλλα μηχανήματα
  • Εξετάσεις αίματος και ούρων

Θεραπεία οστεοπόρωσης

Η έγκαιρη θεραπεία της οστεοπόρωσης και της οστεοπενίας μπορεί να ανακουφίσει τον πόνο, να περιορίσει ή να σταματήσει την οστική απώλεια και να αποτρέψει τα κατάγματα.

Η κατάλληλη θεραπεία μπορεί επίσης να βοηθήσει τους ασθενείς με κάταγμα να αποφύγουν άλλο τραυματισμό.

Οι γιατροί μας συνιστούν θεραπείες με βάση:

  • Την ηλικία, τη γενική κατάσταση της υγείας και το ιατρικό ιστορικό σας
  • Το φύλο σας
  • Την έκταση της νόσου και τον αναμενόμενο ρυθμό οστικής απώλειας
  • Την ανοχή σας σε συγκεκριμένα φάρμακα, διαδικασίες ή θεραπείες
  • Τη γνώμη ή την προτίμησή σας

Πολλά θεραπευτικά μέσα για την αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης είναι παρόμοια με τις μεθόδους πρόληψης, όπως η υπόδειξη αλλαγών στη διατροφή και τον τρόπο ζωής.

  • Παραθυρεοειδής ορμόνη

Παρενέργειες: Πιθανή αύξηση του ασβεστίου στο αίμα και στα ούρα και αντίδραση στο σημείο της ένεσης, όπως κνησμός και ερυθρότητα.

Φάρμακο: Τεριπαρατίδη (μια μορφή παραθυρεοειδικής ορμόνης)

Χρήση: Χρησιμοποιείται σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και άνδρες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο καταγμάτων.

Μορφή: Ημερήσια ένεση που λαμβάνει ο ασθενής στο σπίτι

  • Οιστρογόνα

Παρενέργειες: Θα πρέπει να συζητηθούν με το γιατρό.

Συνήθως χρησιμοποιούνται για σύντομο χρονικό διάστημα νωρίτερα στην εμμηνόπαυση, λόγω των μακροπρόθεσμων κινδύνων καρκίνου του μαστού και θρόμβων αίματος.

Φάρμακα: Θεραπεία οιστρογόνων (ET) και ορμονοθεραπεία (HT).

Χρήση: Αυξάνουν την οστική πυκνότητα στη σπονδυλική στήλη και το ισχίο και μειώνουν τα κατάγματα και στις δύο περιοχές.

Συνήθως χρησιμοποιούνται για πρόληψη στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Μορφή: Συνήθως διατίθενται ως δισκία ή δερματικά επιθέματα.

  • Διφωσφονικά

Παρενέργειες: Τα από του στόματος διφωσφονικά μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στο ανώτερο τμήμα του στομάχου, όπως καούρα.

Οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν συμπτώματα που μοιάζουν με γρίπη μετά την πρώτη δόση ενδοφλέβιων διφωσφονικών.

Για όλα τα διφωσφονικά, υπάρχουν σπάνιες ανεπιθύμητες ενέργειες: Δυσκολία επούλωσης μετά από οδοντιατρικές εργασίες όπως απονεύρωση ή τοποθέτηση εμφυτεύματος που αφορά το οστό της γνάθου (περίπου 1 στους 50.000 ασθενείς) και κατάγματα λόγω καταπόνησης μετά από μακροχρόνια, συνεχή χρήση (περίπου 1 στους 75.000 ασθενείς).

Οι περισσότεροι γιατροί θα συνταγογραφήσουν αυτά τα φάρμακα για 5-8 χρόνια και στη συνέχεια θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να διακόψουν τη θεραπεία για τους ασθενείς τους, καθώς ο κίνδυνος κατάγματος παραμένει χαμηλός ακόμη και μετά τη διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής.

Μετά τη διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής, η εξέταση της οστικής πυκνότητας και του αίματος ετησίως μπορεί να βοηθήσει να καθοριστεί πότε και αν θα ήταν χρήσιμη η χορήγηση περαιτέρω φαρμακευτικής αγωγής.

Φάρμακο: Αλενδρονάτη νατριούχος

Χρήση: Προλαμβάνει και αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και αντιμετωπίζει τη νόσο στους άνδρες, ενώ παράλληλα μειώνει τον κίνδυνο κατάγματος της σπονδυλικής στήλης, του ισχίου και άλλων οστών.

Μορφή: Εβδομαδιαίο χάπι

Φάρμακο: Ρισεδρονάτη νατριούχος

Χρήση: Προλαμβάνει και αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και αντιμετωπίζει τη νόσο στους άνδρες, μειώνοντας παράλληλα τον κίνδυνο καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης και του ισχίου.

Μορφή: Εβδομαδιαίο ή μηνιαίο χάπι

Φάρμακο: Νατριούχος Ιβανδρονάτη

Χρήση: Προλαμβάνει και αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες και μειώνει τον κίνδυνο καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης.


Μορφή: Μηνιαίο χάπι ή ενδοφλέβια έγχυση κάθε 3 μήνες

  • Εκλεκτικοί διαμορφωτές (ρυθμιστές) των οιστρογονικών υποδοχέων

Παρενέργειες: Πιθανές εξάψεις και μικρός αυξημένος κίνδυνος θρόμβωσης του αίματος

Φάρμακο: Raloxifene
Χρήση: Προλαμβάνει και αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση στις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες μειώνοντας παράλληλα τον κίνδυνο καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης

Μορφή: Καθημερινό χάπι

  • Καλσιτονίνη

Παρενέργειες: Περίπου το 6 % των ασθενών θα έχουν κάποιο ήπιο ερεθισμό της μύτης. Ο FDA επανεξέτασε το φάρμακο το 2013 επειδή μπορεί να υπάρξει αύξηση κατά 1 τοις εκατό των καρκίνων του δέρματος.

Ο οργανισμός αποφάσισε ότι πρέπει να παραμείνει διαθέσιμο, αλλά θα πρέπει να συζητήσετε τους κινδύνους και τα οφέλη με το γιατρό σας.

Φάρμακο: Calcitonin-Salmon
Χρήση: Αντιμετωπίζει την οστεοπόρωση σε γυναίκες που έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον 5 χρόνια μετά την εμμηνόπαυση και μειώνει τον κίνδυνο καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης.
Μορφή: Ρινικό σπρέι ή ένεση

  • Αναστολέας RANK-συνδέτη

Παρενέργειες: Πιθανές δερματικές αλλαγές όπως εξανθήματα και έκζεμα και ελαφρώς αυξημένος κίνδυνος μόλυνσης

Φάρμακο: Denosumab
Χρήση: Η δενοσουμάμπη (denosumab) είναι ένα ανθρώπινο μονοκλωνικό αντίσωμα (IgG2) που στοχεύει και συνδέεται με υψηλή συγγένεια και ειδικότητα με το RANKL, προλαμβάνοντας την ενεργοποίηση του υποδοχέα του, του RANK, στην επιφάνεια των πρόδρομων οστεοκλαστών και των οστεοκλαστών.

Η παρεμπόδιση της αλληλεπίδρασης RANKL/RANK αναστέλλει τον σχηματισμό, τη λειτουργία και την επιβίωση των οστεοκλαστών, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο την οστική απορρόφηση τόσο στα συμπαγή όσο και στα σπογγώδη οστά.

Μειώνει τον κίνδυνο κατάγματος των οστών στη σπονδυλική στήλη, τα ισχία και άλλες περιοχές για τους άνδρες υψηλού κινδύνου και τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες με οστεοπόρωση.

Προλαμβάνει επίσης την οστική απώλεια κατά τη διάρκεια ορισμένων θεραπειών για τον καρκίνο του μαστού και του προστάτη.

Μορφή: Ενέσεις από το γιατρό κάθε έξι μήνες

Share to...